• Search
    • Search
    • Βρες ότι χρειάζεσαι γρήγορα και απλά.
9ος Αγώνας - Γερμανία (Sachsenring)
Ο αγώνας βρίσκεται σε εξέλιξη!
Image
Sorry Valentino...
Αλλά ο νέος Θεός των MotoGP είναι εδώ!
Νέα 09/12/2014 - 17:45

Θα το ξεκαθαρίσω και ας με κατηγορήσετε ότι παραβαίνω τη θεμελιώδη δεοντολογία (βλ. αμεροληψία) ενός δημοσιογράφου: είμαι φανατικός οπαδός του Rossi! Ήμουν θαυμαστής του από το ’99 που πήρε τον τίτλο στα 250 και θα πήγαινε στα 500. Δεν ήταν απλά η ταχύτητά του αλλά και αυτό το πανέξυπνο, χαμογελαστό, ιταλιάνικο μούτρο που μου είχε κάνει γκελ. Ένα τσογλάνι που έφερνε - μαζί με όλη την παρέα του - το κέφι, την ξεγνοιασιά και την αλητεία των παιδικών του χρόνων, στον υπερεπαγγελματικό, σοβαροφανή κόσμο των GP.

Κείμενο: Άκης Τεμπερίδης

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο τεύχος #49 του περιοδικού MOTOGP WORLD, Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2014.

Το 2000, στο ντεμπούτο του στη μεγάλη κατηγορία με την κίτρινη Camel Honda γνωρίσαμε για πρώτη φορά τον Valerossi (ή Valentinik) από κοντά στο Brno, παρέα με το Δημήτρη Διατσίδη. Παραμονή του αγώνα τον βρήκαμε να ποτίζει το τσιμέντο γύρω από το κάμπερ του, ένα φτωχικό Fiat Ducato αν θυμάμαι καλά, που έμοιαζε με τσαντίρι δίπλα στο τεράστιο motorhome του Criville. Μας υποδέχτηκε με ένα “ciao ragazzi”. Φορούσε μία γελοία βερμούδα και με το λάστιχο στο χέρι μας μιλούσε σαν κολλητός από τα παλιά. Τον λατρέψαμε με τη μία και φυσικά του χαρίσαμε το πρώτο εξώφυλλο στο περιοδικό όπου εργαζόμουν, πριν πάρει τον τίτλο στα 500.

Τα επόμενα χρόνια ο Vale ξαναέγραψε την ιστορία των MotoGP με το φωσφοριζέ κίτρινο του Νο 46. Δεν εξελίχτηκε απλά στον καλύτερο αναβάτη της εποχής του αλλά σε ζωντανό θρύλο. Τα MotoGP απέκτησαν πρωτόγνωρη αίγλη χάρη σ΄αυτόν και η τηλεθέασή τους απογειώθηκε, παρότι ο ίδιος κυριαρχούσε χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο από το 2001 έως το 2005. Την εποχή που νύσταζες παρακολουθώντας F1 επειδή ήταν ένα σπορ στο οποίο έτρεχαν 20 αυτοκίνητα και κέρδιζε πάντα ένας Γερμανός (ο Schumacher), έμενες κολλημένος στην τηλεόραση για να απολαύσεις ακόμη μία ηρωική νίκη του Rossi.

Το 2005 είχα τη σπάνια ευκαιρία να ζήσω από κοντά τον Rossi σε ένα ράλλυ Μόντσα στο οποίο έτρεχε με εργοστασιακό Subaru Impreza. Προσωπικός του αρχιμηχανικός ήταν ένας Έλληνας, ο Μιχάλης Ζώτος, κι εκείνος είχε ανοίξει την πόρτα να παρακολουθήσουμε τον αγώνα δίπλα στο Valentino. Αυτό που θυμάμαι από τότε ήταν το πόσοι συνάδελφοι του Ζώτου στην Prodrive είχαν ζητήσει ένα αυτόγραφο από το «γιατρό» και μιλάμε για ανθρώπους που είχαν επαφές με παγκόσμιους πρωταθλητές ράλλυ. Επίσης, ο Έλληνας μηχανικός είχε μείνει άφωνος από την τεχνική κατάρτιση του Rossi, από τις λεπτομερείς περιγραφές της συμπεριφοράς του αυτοκινήτου σε κάθε στροφή και σε κάθε ταχύτητα, περιγραφές που επαληθευόταν 100% από τα στοιχεία τηλεμετρίας. «Το έχει για παιχνίδι» είχε πει χαρακτηριστικά ο Ζώτος για το πώς οδηγούσε στο όριο ο Rossi ένα απόλυτο αγωνιστικό εργαλείο, που μάλιστα δεν ήταν εργαλείο της δουλειάς του.

Στη Μόντσα το 2005 είπα ότι δεν θα δούμε αναβάτη σαν το Valentino όσο ζούμε. «Θα είμαστε γέροι», έλεγα στους φίλους μου, «και θα εξιστορούμε ιστορίες για τον Ιταλό εκείνο που είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε από κοντά». Με διέψευσε φέτος ο Marquez. Ούτε ο Stoner το 2007 και το 2011, ούτε ο Lorenzo από το 2010 μέχρι τώρα, αλλά μόνο αυτός ο 20χρονος «δολοφόνος με το χαμόγελο» μου απέδειξε ότι όχι μόνο μπορεί υπάρξει άλλος Rossi αλλά και ένας ακόμη καλύτερος. Ο Marquez, μάλιστα, μπορεί να μας κάνει να ξεπεράσουμε τον έρωτα με τον Ιταλό σουπερστάρ. Όχι να τον ξεχάσουμε βέβαια αλλά ήδη, στην πρώτη του χρονιά, ο Marc μας χάρισε τόσες στιγμές, τόσες εικόνες, που μετά τους πρώτους αγώνες οι περισσότεροι πάψαμε να ασχολούμαστε με το αν ο Valentino θα μπορούσε να επιστρέψει στην κορυφή - το μεγάλο δηλαδή στοίχημα πριν ξεκινήσει η περίοδος.

Στην πορεία όλοι μας αντιληφθήκαμε ποιο ίνδαλμα θα λατρεύουμε την επόμενη δεκαετία. Ο βασιλιάς Rossi δεν πέθανε, τουλάχιστον στις καρδιές μας. Ο βασιλιάς Marquez όμως είναι εδώ!

Πίσω από τη λατρεία

Πόσες αξέχαστες στιγμές μας χάρισε το παιδί από την Ταβούλια από τα πρώτα χρόνια του… Δεν ήταν απλά αναβάτης. Αναδείχτηκε σε υπερήρωα και τα MotoGP ήταν το κόμικ του. Οι νίκες του απέναντι στον Gibernau και τον Biaggi δεν ήταν ποτέ βαρετές. Έμοιαζαν σκηνοθετημένες - χωρίς να είναι σύμφωνα με τον ίδιο - για να σε κρατούν σε αγωνία μέχρι τον τελευταίο γύρο. Ακόμη κι αν εκκινούσε από τη δεύτερη η τρίτη σειρά - πράγμα καθόλου σπάνιο - ήξερες ότι ο Rossi θα τον έπαιρνε τον αγώνα. Δεν θυμάμαι καμία μάχη σώμα με σώμα που να την έχασε εκείνα τα χρόνια. Ούτε αγώνα στο βρεγμένο που να έχασε. Ήταν αδυσώπυτος - κάτι που ο Gibernau το έζησε στο πετσί του. Δεν ήταν όμως βρώμικος όπως ο Biaggi, ο οποίος τον πέταξε έξω από την πίστα με τον αγκώνα του στη Suzuka το 2001, για να εισπράξει μία ακόμη ήττα κι ένα υψωμένο μεσαίο δάκτυλο από τον Vale.

Ήδη στα τέλη του 2005 ο Rossi ήταν το πιο καυτό όνομα στο motorsport μετά τα τρία παγκόσμια με τη Honda και δύο με τη Yamaha. Ειδικά ο πρώτος του τίτλος με τη Yamaha ήταν η μεγαλύτερη ανατροπή, για να μην πω το μεγαλύτερο θαύμα, στην ιστορία των MotoGP. Στα 26 του χρόνια ο Doctor - ένα ακόμη προσωνύμιο που ο ίδιος επινόησε για τον εαυτό του - βρισκόταν στην κορυφή του παγκόσμιου αθλητισμού. Το όνομά του ήταν ήδη στη λίστα του Forbes με τους πιο καλοπληρωμένους αθλητές, η πρώιμη αυτοβιογραφία του γινόταν best seller, η Ferrari τον φλέρταρε για διάδοχο του Schumacher δίνοντάς του επανειλημμένα ευκαιρίες να δοκιμάζει τα μονοθέσιά της στο Fiorano και ο Bernie Ecclestone δήλωνε ότι “ένα τέτοιο αστέρι χρειάζεται η F1”.

Από τη στιγμή που ο Rossi έδειξε σημάδια αγωνιστικής γήρανσης - από το 2010 που έσπασε το πόδι του και μετά πιστεύω - το MotoGP χρειαζόταν το επόμενο αστέρι. Το χρειαζόταν μάλιστα παρότι στο πρωτάθλημα μεσουρανούσαν τρεις εξαιρετικοί αναβάτες της μετά-Rossi γενιάς, με εντελώς προσωπικό στιλ ο καθένας: μιλάμε φυσικά για τους Lorenzo, Stoner και Pedrosa. Κανένας τους ωστόσο δεν μπόρεσε να κερδίσει τον κόσμο όπως ο Vale. Όχι λόγω έλλειψης ταλέντου στην οδήγηση, αλλά γιατί κανένας από τους τρεις δεν είχε ποτέ το χάρισμα να μιλήσει στην καρδιά μας όπως εκείνος.

Ο Dani είναι ένας ταχύτατος αναβάτης, με εξαιρετικό χαρακτήρα μέσα κι έξω από την πίστα αλλά χωρίς τη μαχητικότητα, τον τσαμπουκά, τη σωματική ρώμη και τα ανθεκτικά κόκκαλα που χρειάζεται ένας παγκόσμιος πρωταθλητής. Ίσως γι’ αυτό δεν έχει πάρει τον τίτλο στα μεγάλα.

Ο Lorenzo διαθέτει όλα τα παραπάνω σε υπερθετικό βαθμό και ακόμη εξελίσσεται σαν αναβάτης. Μπορεί να έχασε τον τίτλο από τον Marquez πέρυσι αλλά τον έχασε σαν Σπαρτιάτης, όρθιος και νικητής! Κι αυτός όμως ποτέ δεν αγαπήθηκε. Φταίει το ότι πήρε τον πρώτο του τίτλο τη χρονιά που ο Rossi τραυματίστηκε στο Mugello; Ή το ότι οι περισσότερες νίκες του είναι ολοκληρωτικές με pole, ταχύτατους πρώτους γύρους και ξεκαθάρισμα του αγώνα από νωρίς; Μήπως φταίει το βουτυρένιο του στιλ στην πίστα (που προϋποθέτει ύψιστη τεχνική) ή απλά η φυσιογνωμία του που δεν γράφει στο φακό; Κι όμως, ο Lorenzo όταν χρειάζεται, είναι σκύλος στη μάχη απέναντι στον οποιοδήποτε, είτε αυτός λέγεται Rossi, είτε Stoner είτε Marquez. Αν μάλιστα τον γνωρίσεις από κοντά καταλαβαίνεις για τι παλικάρι πρόκειται: ευθύς, ακριβοδίκαιος, καθόλου καβαλημένος και βαθιά φιλοσοφημένος, παρά το νεαρό - ακόμη - της ηλικίας του. Όσο για τον Stoner που μας άφησε νωρίς; Πρόλαβε να καταξιωθεί ως το απόλυτο οδηγικό ταλέντο, όχι μόνο της γενιάς του αλλά και ίσως όλης της ιστορίας του MotoGP. Όμως πέραν του ότι «πρόδωσε» το χώρο του νωρίς και αποχώρησε, ακόμη κι όταν ήταν ενεργός ποτέ δεν έγινε συμπαθής. Κι αυτό γιατί δεν διέθετε ποτέ χιούμορ, είτε έχανε είτε κέρδιζε, γινόταν συχνά εμπαθής με άλλους αναβάτες και δημοσιογράφους, σπάνια χαμογελούσε και δεν μετέδιδε χαρά γι’ αυτό που έκανε. Και το έκανε καλύτερα απ’ όλους! Έτσι, αν και τα πλάνα του πάνω στη μοτοσυκλέτα σε έκαναν να ανατριχιάζεις - ακόμη και με την δύστροπη Ducati - ο Stoner δεν θα μπορούσε να γίνει ποτέ ίνδαλμα.

Η πρεμιέρα του Marquez στην κατηγορία MotoGP και ο παγκόσμιος τίτλος που ακολούθησε είναι ιστορικής σημασίας για περισσότερους λόγους από τους γνωστούς. Όχι μόνο για το νεαρό της ηλικίας αλλά και για το επίπεδο του ανταγωνισμού που αντιμετώπισε. Ο Marc ήρθε στην μεγάλη κατηγορία και κυριάρχησε σε μια χρονιά που δύο κορυφαίοι αναβάτες βρίσκονταν στο απώγειό τους. Το αν έτυχε να τραυματιστούν και οι δύο, μπορεί να θεωρηθεί ατυχία. Όμως τίποτε δεν είναι τυχαίο υπό πίεση στα MotoGP και την πίεση την άσκησε από πολύ νωρίς πέρυσι ο Marquez. Στο ντεμπούτο του ο Marc πέτυχε έναν ιστορικό άθλο αντίστοιχο με εκείνον του Roberts το ’78, κάτι που το αναγνώρισε πρώτος ο Rossi. «Σήμερα έγραψες ιστορία» του είπε ο Vale στη Valencia και είχε δίκιο. Ήταν σα να έπαιρνε τίτλο ο ίδιος με το καλημέρα το 2000 και μάλιστα με αντίπαλό του τον Doohan στο φόρτε του!

Ποιος είναι το Νο1;

Ή καλύτερα, ποιος θα μείνει στην ιστορία ως το Νο1;

Ο Rossi ή ο Marquez;

Είναι πολύ νωρίς να το κρίνουμε αυτό. Μακάρι ο Ισπανός να είναι καλά στην υγεία του και να έχει αντίστοιχη καριέρα σε διάρκεια, επιτυχίες και δράματα με του Ιταλού. Το ποιος είναι μεγαλύτερο ταλέντο είναι κάτι δύσκολο να απαντηθεί. Η ερώτηση είναι παραπλανητική από μόνη της και αξιώνει μόνο υποκειμενική απάντηση με συναισθηματική μάλιστα φόρτιση. Το να συγκρίνουμε δύο αναβάτες διαφορετικών εποχών δεν έχει καμία βάση, κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός από τον άλλο.

Όσο για το αν ο Marquez είναι o νέος Rossi, σ’ αυτό έχει απαντήσει ο ίδιος ο Valentino μετά τον αγώνα στη Laguna Seca, όπου ο Marc του έκανε το περίφημο “χνέρι” στην corkscrew - αντίστοιχο με εκείνο που ο Ιταλός είχε κάνει στον Stoner το 2008. Με απόλυτη ειλικρίνεια και με σεβασμό στη θεωρία εξέλιξης των ειδών ο Rossi είπε ότι «ναι, ο Marc είναι κάτι σαν κι εμένα, απλά πιο εξελιγμένο μοντέλο»! Πώς να μην τον λατρέψεις;

Το σίγουρο είναι ότι ο 20χρονος Marquez στην πρώτη του χρονιά ήταν ταχύτερος από τον 34χρονο Rossi με τα 14 χρόνια MotoGP στην πλάτη του. Οδηγικά μάλιστα, υιοθέτησε το ήδη συγκλονιστικό στιλ του Stoner και το ανέβασε ένα επίπεδο πιο ψηλά. Ο μικρός διαθέτει τεχνική που σε κάνει να πιστεύεις ότι δεν επιδέχεται βελτίωσης. «Σκάβει» με τόση άνεση βαθιά στο όριο της μοτοσυκλέτας - και κυρίως του πίσω ελαστικού - που σε κάνει να αμφισβητείς ότι μπορεί να εξελιχτεί από φέτος. Η θέση του σώματός του πάνω στη μοτοσυκλέτα, ο απόλυτος έλεγχος του drifting και η εκμετάλλευση του αγκώνα ως κέντρο στήριξης στη στροφή είναι επαναστατικά στοιχεία οδήγησης τα οποία δεν είχε εισάγει στο ντεμπούτο του ο Rossi.

Το τελευταίο ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί στα επόμενα χρόνια είναι αν ο Marquez θα κλέψει τι καρδιές μας όπως το έκανε ο Rossi όλα τα προηγούμενα. Θα βλέπουμε ουρές έξω από το motorhome, ανάπηρους να περιμένουν για μία «ευλογία» και παιδιά, νέους, γέρους, αγόρια και κορίτσια να ξεροσταλιάζουν για ένα αυτόγραφο επί ώρες;

Πιστεύω ότι οδηγικά ο Marquez το έχει κερδίσει ήδη αυτό, καθότι χάρμα οφθαλμών στην πίστα. Το χαμόγελό του στο τέλος κάθε αγώνα είναι αντίστοιχα απολαυστικό. Όμως οι στιγμές ιλαρότητας, πηγαίου χιούμορ και θετικής ενέργειας που μας χάρισε ο Rossi θα μείνουν μοναδικές στην ιστορία. Τα φαντεζί κράνη δια χειρός Drudi, η επιγραφή WLF στο γιακά (Viva la fica - και μεταφράστε το μόνοι σας), τα αυτοκόλλητα στη μοτοσυκλέτα, η κότα-χορηγός, οι επισκέψεις στην τουαλέτα και τα άλλα αμίμητα σκετς μετά από κάθε νίκη, καθώς και τα παρατσούκλια, το Tavullia fan club και οι καυστικές ατάκες στις συνεντεύξεις, θα λείψουν από όλους μας όταν ο Vale αποφασίσει να κρεμάσει δια παντός τη φόρμα του - κάτι που όπως είπε θα ανακοινώσει στο μέσον αυτής της χρονιάς.

Σε κάθε περίπτωση θα μας λείψεις Valentino… Γι’ αυτό σ’ ευχαριστούμε που υπάρχεις εσύ Marc!

Επόμενο άρθρο »

Petrucci: Τώρα τα έχω όλα!

« Προηγούμενο άρθρο

Η απόρριψη του Redding

Χορηγοί
Σχετικά άρθρα