• Search
    • Search
    • Βρες ότι χρειάζεσαι γρήγορα και απλά.
20ος Αγώνας - GP Valencia (Montmelo Barcelona)
Ο αγώνας βρίσκεται σε εξέλιξη!
Image
Ducati Diavel V4: ισχυρή παρουσία με δυναμικά χαρακτηριστικά
Την οδηγούμε στα Απέννινα
Τεστ-Μοντέλα 07/10/2024 - 22:20

 

του Δημήτρη Διατσίδη

Φωτογραφία: Giuseppe Piazzolla, GpiazzoPhotography

 

Mα τι όμορφη μοτοσυκλέτα”, είπε κοιτώντας την Ducati Diavel V4, η κοπέλα που μας σέρβιρε καφέ λίγο έξω από την Μπολόνια, πριν το ανέβασμα στο βουνό, προς τη διαδρομή του Passo Della Futa.

Πράγματι σε κάνει να νιώθεις ωραία όταν η μοτοσυκλέτα που σε περιμένει είναι όμορφη και όταν ο σχεδιασμός της και το οπτικό αποτύπωμα που αφήνει είναι υψηλού επιπέδου. Τα υπόλοιπα απλώς ακολουθούν!
Στην περίπτωσή μας μόλις είχαμε παραλάβει από το εργοστάσιο της Ducati στο Borgo Panigale την τελευταία έκδοση της νέας Diavel με τον V4 κινητήρα που φοράει και η Multistrada, για “να πάρουμε τα βουνά” κυριολεκτικά, αφού θα ανεβαίναμε στα Απέννινα στα σύνορα της Εμίλια-Ρομάνια με την Τοσκάνη, για να περάσουμε από το περίφημο Passo Della Futa, το οποίο αποτελεί σημείο συνάντησης των μοτοσυκλετιστών της περιοχής, αλλά και όσων περνούν από εκεί κοντά, όπως οι Έλληνες μοτοσυκλετιστές που κατευθύνονται προς το Mugello.

Παραλαμβάνουμε την Diavel V4 στο Borgo Panigale

Στη διαδρομή προς τα Απέννινα

H Diavel V4 είναι μια muscle cruiser με έντονη αλλά και κομψή σχεδίαση, που ήδη κέρδισε δυο σημαντικά βραβεία: το Good Design Award 2023, που απονέμεται από το «Chicago Athenaeum Museum of Architecture and Design» και μια τιμητική αναφορά στο Excellent Product Design στα German Design Awards 2024.

Σίγουρα τα βραβεία αυτά επιβεβαιώνουν τη σχεδίαση της Ducati ως την πιο εκτιμημένη παγκοσμίως, καθώς το βραβείο Good Design ιδρύθηκε στο Σικάγο το 1950 από τους Eero Saarinen (Αρχιτέκτονας) και Charles και Ray Eames (Βιομηχανικοί Σχεδιαστές) και είναι το παλαιότερο και πιο αναγνωρισμένο βραβείο σχεδιασμού στον κόσμο. Στην περίπτωση της εντυπωσιακής Ιταλίδας μοτοσυκλέτας, η κριτική επιτροπή του Good Design επέλεξε ανάμεσα σε περισσότερες από 1,100 συμμετοχές από περισσότερες από 55 χώρες για να απονείμει τα Good Design Awards for Design Excellence. Και τελικά η Diavel V4 το πήρε και ο Andrea Ferraresi, ο Διευθυντής του Centro Stile Ducati, που έβαλε την προσωπική του σφραγίδα στο σχεδιασμό της, παρέλαβε το βραβείο περιχαρής και υπερήφανος.

Είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε μαζί του για αυτήν τη μοτοσυκλέτα.
“O σπορ χαρακτήρας είναι στο DNA της νέας μας μοτοσυκλέτας και ενώ η Diavel είναι προφανώς μια μοτοσυκλέτα που έχει στοιχεία σπορ – όλες οι Ducati είναι σπορ – αλλά για μας η Diavel είναι μια σούπερ Monster, μια Monster που έχει πάρει βιταμίνες ή στεροειδή αν θέλετε. Βέβαια είναι μια μοτοσυκλέτα με την οποία αν θέλει κάποιος μπορεί να πάει ήσυχα και ήρεμα οδηγώντας σε ορεινές διαδρομές με στροφές, με έναν καλό ρυθμό, αλλά δεν είναι μια σούπερσπορ μοτοσυκλέτα”, διευκρινίζει ο Ferraresi.
Τελικά η νέα “Διαβολική” V4 είναι μυώδης, σπορ, εντυπωσιακή και ταυτόχρονα κομψή, ικανή να μαγνητίζει οπουδήποτε και αν βρεθεί,συνδυάζοντας φαινομενικά ασύμβατα τεχνικά, δυναμικά και στιλιστικά χαρακτηριστικά, όπως εκείνα των sport naked και των muscle cruiser μοτοσυκλετών. Η εντυπωσιακή εξάτμιση με τις τέσσερις απολήξεις, αποπνέει εκτός από δυναμισμό και ένα ωραίο και ιδιαίτερο ήχο και αυτό είναι ένα ακόμη στοιχείο που κάνει αδύνατο το να περάσει απαρατήρητη.
Τα νέα φωτιστικά σώματα εμπρός και πίσω, τα πτυσσόμενα μαρσπιέ συνεπιβάτη και η πτυσσόμενη πίσω λαβή αποτελούν λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά.


Στη φιλοσοφία της Diavel, ο κινητήρας είναι το κέντρο γύρω από το οποίο περιστρέφονται τα πάντα: οι επιδόσεις, ο χαρακτήρας και το στιλ. Έτσι όταν οι σχεδιαστές της Ducati πήραν το πράσινο φως, ξεκίνησαν με τον V4 Granturismo, δίνοντάς του τον πρωταγωνιστικό ρόλο ανάμεσα σε όλα τα στοιχεία σχεδίασης, με τα μηχανικά μέρη να εκτίθενται σε περίοπτη θέση ως χαρακτηριστικό γνώρισμα.
Οι εισαγωγές αέρα, διαχωριστικό στοιχείο στο πλάι της μοτοσυκλέτας, φανερώνουν την ισχύ του V4 Granturismo, ενισχύοντας την ιδιαίτερα επιβλητική παρουσία του, η οποία γίνεται αμέσως αντιληπτή όταν κανείς κοιτάζει τη μοτοσυκλέτα από εμπρός.
Με ένα ατσάλινο ρεζερβουάρ καυσίμου με δυναμικό, σμιλεμένο σχήμα που θυμίζει τις supersport μοτοσυκλέτες της Ducati, η ουρά είναι ανάλαφρη, λεπτή και αιχμηρή.
Στο μπροστινό μέρος, τα φώτα ημέρας σε τεχνολογία LED έχουν σχήμα που μοιάζει με δύο C, ενώ το πίσω φωτιστικό σώμα αποτελείται από ένα πλέγμα σημειακών LED, το οποίο βρίσκεται κάτω από την ουρά και φέρει επίσης τη χαρακτηριστική οπτική «υπογραφή» της Diavel. Είναι το πιο ακριβό πίσω φωτιστικό οποιασδήποτε μοτοσυκλέτας μέχρι στιγμής!
Για να διατηρηθεί η μέγιστη καθαρότητα στη διαμόρφωση ως μονοθέσια μοτοσυκλέτα, προσφέροντας ωστόσο ταυτόχρονα τη δυνατότητα μεταφοράς δεύτερου ατόμου, τα πτυσσόμενα μαρσπιέ συνεπιβάτη επανέρχονται (ήταν στην πρώτη Diavel 1200, αλλά κακώς είχαν καταργηθεί στην δεύτερη 120) και παραμένει η πτυσσόμενη πίσω λαβή, δύο λύσεις που συνδυάζουν άριστα το στιλ και την πρακτικότητα.

Πέρα από το στιλ ο αναβάτης έχει στη διάθεσή του ένα τιμόνι 20 χιλιοστά πιο κοντά του, το οποίο μπορεί να πιάσει πιο άνετα, και μια χαμηλή σέλα, σε απόσταση 790 χιλιοστά από το έδαφος. Ο ίδιος βρίσκεται στο κέντρο της μοτοσυκλέτας, σε μια θέση οδήγησης, η οποία αποπνέει και οπτικά μια αίσθηση ελέγχου και αυτοπεποίθησης και παίζει κεντρικό ρόλο στην εμφάνιση της μοτοσυκλέτας.
Μιλώντας για τον κινητήρα V4 Granturismo των 1,158 cc, πέρα από ένα κεντρικό στοιχείο της σχεδίασης της μοτοσυκλέτας, είναι συγχρόνως μια τεχνική επιλογή που βελτιώνει τις επιδόσεις, τη δυναμική της οδήγησης και την οδηγική απόλαυση. Ισχυρός (168 hp), πλούσιος σε ροπή σε όλο το φάσμα των στροφών (με μέγιστη τιμή 12.8 kgm στις 7,500 σ.α.λ.), αλλά επίσης εξαιρετικά ελαφρύς και συμπαγής, ο V4 Granturismo (που προέρχεται από τον Desmosedici Stradale της Multistrada V4) έχει ομαλή λειτουργία και είναι ταυτόχρονα απολαυστικός από τις χαμηλές στροφές.
Η σειρά ανάφλεξης Twin Pulse, μαζί με το ειδικό σύστημα εξαγωγής καυσαερίων που αναπτύχθηκε δίνοντας μεγάλη προσοχή στην “ποιότητα του ήχου”, χαρακτηρίζει αδιαμφισβήτητα τη σφραγίδα του V4 Granturismo. Το εκτεταμένο σύστημα απενεργοποίησης για τους πίσω κυλίνδρους, το οποίο επιτρέπει στον κινητήρα να λειτουργεί ως δικύλινδρος ή ως τετρακύλινδρος με μια ανεπαίσθητη αλλαγή χάρη στην προοδευτικότητά του, προκαλεί μια αλλαγή στον τόνο του ήχου της εξάτμισης καθώς αλλάζει από τη μία λειτουργία στην άλλη. Ένας πιο μπάσος ήχος, με χαμηλότερες συχνότητες, χαρακτηρίζει τον V4 Granturismo, όταν είναι ενεργοί μόνο οι δύο μπροστινοί κύλινδροι. Οι συχνότητες, από την άλλη πλευρά, γίνονται υψηλότερες, όταν λειτουργούν και οι τέσσερις κύλινδροι. Βέβαια εδώ έχουμε και την πρώτη μας αντίρρηση: Το καλοκαίρι ναι, είναι απόλυτα καλή η σκέψη για απενεργοποίηση των πίσω κυλίνδρων για λιγότερη ζέστη που φτάνει στον αναβάτη, όμως η V4 λειτουργία είναι τόσο βελούδινη που θα τη θέλαμε συνεχώς, είτε το χειμώνα, είτε τις καλοκαιρινές νύχτες. Θα μπορούσε λοιπόν να προβλεφθεί η απενεργοποίηση των πίσω κυλίνδρων να γίνεται εφόσον το θέλει ο οδηγός της, μέσω ενός κουμπιού ή μιας ρύθμισης στον πίνακα της μοτοσυκλέτας.
Να πούμε ότι το εκτεταμένο σύστημα απενεργοποίησης των πίσω κυλίνδρων ενεργεί τόσο όταν η μοτοσικλέτα λειτουργεί στο ρελαντί όσο και σε χαμηλές ταχύτητες, ώστε να μειώνεται η κατανάλωση καυσίμου και να βελτιώνεται η θερμική άνεση αναβάτη και συνεπιβάτη.


Τα διαστήματα-ρεκόρ του service ρύθμισης βαλβίδων στα 60,000 χιλιόμετρα και η προγραμματισμένη αλλαγή λαδιών κάθε 15,000 χιλιόμετρα ή δύο έτη σημαίνουν πολλά πλεονεκτήματα, που η χρήση ελατηρίων στις βαλβίδες προσφέρει, έστω κι αν το εμβληματικό σύστημα Desmo, σήμα κατατεθέν της Ιταλικής μάρκας, δεν υπάρχει εδώ.
Ο τεχνικά ραφιναρισμένος σκελετός αποτελείται από ένα ελαφρύ αλουμινένιο μονοκόκ πλαίσιο, στερεωμένο στις κυλινδροκεφαλές, ένα μονόμπρατσο ψαλίδι, επίσης από χυτό αλουμίνιο, και ένα ατσάλινο πίσω πλαίσιο χωροδικτύωμα. Σε συνδυασμό με το χαμηλό βάρος του V4 Granturismo, έχει ως αποτέλεσμα ένα απόβαρο χωρίς καύσιμο 211 κιλά, συνεπώς και εξοικονόμηση άνω των 13 κιλών σε σύγκριση με τη Diavel 1260 S.
Η πλήρως ρυθμιζόμενη ανάρτηση αποτελείται από ανεστραμμένα πιρούνια 50 χιλιοστών (με ρύθμιση συμπίεσης και προφόρτισης ελατηρίου στο αριστερό καλάμι και επαναφοράς στο δεξιό καλάμι) και ένα μονό αμορτισέρ με ένα ξεχωριστό, πρόσθετο δοχείο υγρών. Η διαδρομή τροχού είναι 120 χιλιοστά εμπρός και 145 χιλιοστά πίσω, κατά 15 χιλιοστά μεγαλύτερη απ’ ό,τι της Diavel 1260, γεγονός που επηρεάζει θετικά την άνεση τόσο του αναβάτη όσο και του συνεπιβάτη.
Εμπρός, την πέδηση της Diavel V4 εγγυώνται τα φρένα Brembo με ακτινικές μονομπλόκ δαγκάνες Stylema® που λειτουργούν με μια ακτινική τρόμπα φρένου PR16/19 με ενσωματωμένο δοχείο υγρών από αλουμίνιο, οι οποίες ενεργούν σε δύο πλευστούς δίσκους με διάμετρο 330 χιλιοστά. Πίσω ο δίσκος διαμέτρου 265 χιλιοστών φρενάρει μέσω μιας διπίστονης δαγκάνας, επίσης της εταιρίας Brembo.
Το σύστημα ABS της Diavel V4 περιλαμβάνει τη λειτουργία “Cornering” που ενεργοποιεί το ABS ακόμα και όταν η μοτοσυκλέτα έχει γείρει. Το ABS Cornering αξιοποιεί κατάλληλα τα σήματα της αδρανειακής πλατφόρμας IMU της Bosch για να κατανείμει ιδανικά την ισχύ πέδησης στον μπροστινό και στον πίσω τροχό ακόμα και σε κρίσιμες καταστάσεις και όταν η μοτοσυκλέτα έχει γείρει.
Μέσω της αλληλεπίδρασης με τα Προγράμματα Οδήγησης, το σύστημα παρέχει τη βέλτιστη λύση σε όλες τις περιστάσεις και συνθήκες οδήγησης, αλλά και σύμφωνα με τις προτιμήσεις του αναβάτη. Το σύστημα ρυθμίζεται σε τρία διαφορετικά επίπεδα επέμβασης. Το επίπεδο 1 προσφέρει τις μέγιστες επιδόσεις για σπορ οδήγηση, δεν έχει ενεργοποιημένες τη λειτουργία Cornering και τη λειτουργία ελέγχου ανασηκώματος τροχού και επιτρέπει την πλαγιολίσθηση του πίσω τροχού κατά το φρενάρισμα, με επέμβαση του ABS μόνο στον μπροστινό τροχό.
Το επίπεδο 2 εξασφαλίζει την ισορροπία μεταξύ μπροστινού και πίσω μέρους, χωρίς να ανιχνεύει τυχόν ανασήκωμα του πίσω τροχού, αλλά με τη λειτουργία στροφής ενεργοποιημένη και ρυθμισμένη για σπορ οδήγηση. Το επίπεδο 3 επιτρέπει τη βελτιστοποίηση της διαδικασίας πέδησης, με ενεργοποιημένες τις λειτουργίες ελέγχου ανασηκώματος τροχού και Cornering για μέγιστη ασφάλεια (ασφαλής και σταθερή ρύθμιση).
Η Diavel V4 είναι εξοπλισμένη με τροχούς πέντε ακτίνων που διαθέτουν μια αποκλειστική σχεδίαση με κατεργασμένες επιφάνειες. Οι διαστάσεις της ζάντας εμπρός είναι 3,5” x 17”, ενώ πίσω υπάρχει μια τεράστια ζάντα 8,0” x 17”. Στην μπροστινή ζάντα τοποθετείται ένα ελαστικό 120/70 ZR17, ενώ το πίσω ελαστικό είναι το θηριώδες 240/45 ZR17. Τα ελαστικά είναι Pirelli Diablo Rosso III.

Η θέση οδήγησης της Diavel V4 εξακολουθεί να είναι σπορ, αλλά ταυτόχρονα άνετη και ξεκούραστη, με τη σέλα να βρίσκεται σε απόσταση 790 χιλιοστών από το έδαφος και να έχει επανασχεδιαστεί πλήρως για να προσφέρει μεγαλύτερο διαμήκη χώρο, υποστήριξη στην έντονη επιτάχυνση και μεγάλη ελευθερία πλευρικών κινήσεων του σώματος όταν η μοτοσυκλέτα πλαγιάζει. Στην εξαιρετική άνεση συμβάλλουν επίσης η άριστη σύνδεση με το ρεζερβουάρ και τα κεντρικά τοποθετημένα μαρσπιέ. Στην Diavel V4, το φαρδύ και ψηλό τιμόνι έχει τοποθετηθεί κατά 20 χιλιοστά πιο κοντά στο σώμα του αναβάτη, χαρίζοντας βέλτιστη άνεση και εξαιρετικό έλεγχο σε οποιαδήποτε κατάσταση.
Το νέο σύστημα ελέγχου πρόσφυσης Ducati Traction Control (DTC) EVO 2 προέρχεται από την Ducati Desmosedici GP18 και χρησιμοποιείται ήδη στις οικογένειες των Panigale V4 και Streetfighter V4. Το λογισμικό όχι μόνο επικοινωνεί με τη Μονάδα Μέτρησης Αδράνειας (IMU) 6 αξόνων και προσαρμόζει την επέμβαση και την ολίσθηση βάσει της γωνίας κλίσης της μοτοσυκλέτας, αλλά και βελτιώνει σημαντικά τη διαχείριση της ισχύος κατά την έξοδο από στροφές, χάρη στη νέα «προγνωστική» στρατηγική ελέγχου.
Το σύστημα δεν ενεργεί μόνο στη στιγμιαία τιμή της ολίσθησης του πίσω τροχού, αλλά και στις διακυμάνσεις της, ανακόπτει πιο γρήγορα την απώλεια της πρόσφυσης και μειώνει τις αιχμές ολίσθησης, εξασφαλίζοντας πιο γρήγορη και πιο ομαλή επέμβαση. Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση της ευστάθειας κατά την έξοδο από στροφές, ακόμα και σε κακές συνθήκες πρόσφυσης, την καλύτερη επιτάχυνση και τις βελτιωμένες επιδόσεις.
Επιπρόσθετα, το σύστημα DTC EVO 2, εκτός από τη διαχείριση της προπορείας σπινθήρα και του ψεκασμού, φροντίζει για την επέμβαση των πεταλούδων γκαζιού όταν δεν απαιτείται ταχεία επέμβαση του συστήματος, για να διατηρεί τις βέλτιστες παραμέτρους καύσης και να εξασφαλίζει πιο ομαλή απόκριση και έλεγχο του κινητήρα. Το DTC EVO 2 ρυθμίζεται σε 4 διαφορετικά επίπεδα (3 για στεγνό και 1 για βρεγμένο οδόστρωμα), επιτρέποντας στον αναβάτη να προσαρμόζει τη στρατηγική ελέγχου στο στιλ οδήγησής του και στις συνθήκες πρόσφυσης, επιτυγχάνοντας τις μέγιστες επιδόσεις.
Εδώ έχουμε το δεύτερο σημείο κριτικής και αντίρρησης, αφού ακόμη και στη θέση 1, της μικρότερης επέμβασης των ηλεκτρονικών, η επέμβαση αυτή είναι αρκετά έντονη και κόβει πολύ το μοτέρ και μαζί τη διάθεση του οδηγού, έστω για λίγο παιχνίδι πλαγιολίσθησης και γλιστρήματος. Και έτσι αναγκάζει τον πιο ανήσυχο οδηγό συχνά να επιλέγει να βγάλει εκτός τα ηλεκτρονικά, το οποίο όμως γίνεται επικίνδυνο από ένα σημείο και μετά. Θα μπορούσε να υιοθετηθεί η ύπαρξη των 8 επιπέδων που υπάρχει στην Panigale και την Streetfighter και έτσι να μπορεί να βρει ο πιο ικανός οδηγός τη χαρά της οδήγησης που “ευνουχίζεται” με την υπάρχουσα ρύθμιση.


Πέρα από αυτές τις δύο παρατηρήσεις που αφορούν τη λειτουργία και των δύο πίσω κυλίνδρων και το λιγότερο παρεμβατικό TC (Traction Control), η Diavel V4 είναι ένα ποίημα και οδηγικά!

Ανεβαίνοντας το βουνό, στα Απέννινα, οι στροφές που οδηγούν προς το Passo Della Futa είναι κυρίως μεσαίας ταχύτητας, χωρίς να λείπουν και οι πιο ανοικτές, αλλά και με κάποιες φουρκέτες στις οποίες κατεβάζεις 1η ταχύτητα στο κιβώτιο. Η άσφαλτος προσφέρει υψηλή πρόσφυση και τα Rosso III έρχονται γρήγορα σε θερμοκρασία λειτουργίας που επιτρέπει πλαγιάσματα με μεγάλες κλίσεις που “μαυρίζουν” μέχρι το τέρμα το τεράστιο πίσω ελαστικό. Η αίσθηση αυτής της πρόσφυσης στις εξόδους των στροφών, σου δίνει τη δυνατότητα να ανοίξεις το γκάζι και να νιώσεις την τρομερή ροπή του κινητήρα να ωθεί τη μοτοσυκλέτα προς την επόμενη στροφή. Μια φοβερή επιτάχυνση που σε κάνει να εκτιμάς ακόμη περισσότερο τον όρο “muscle bike”, ενώ τα φρένα θα λειτουργήσουν ανάλογα άψογα προσφέροντας μια εκπληκτική επιβράδυνση. Η Diavel V4 κινείται τόσο γρήγορα που θα εκπλήξει και κάποιος Ιταλούς με σούπερσπορ και γυμνές μοτοσυκλέτες, με τους οποίους είχαμε την ευκαιρία να οδηγήσουμε για αρκετά μεγάλο μέρος της ανάβασης.

Στην καθιερωμένη στάση των μοτοσυκλετιστών στο Passo Della Raticosa, λίγα χιλιόμετρα πριν από το Passo Della Futa, η Diavel V4 αποτελεί αντικείμενο θαυμασμού για πολλούς, καθώς το ξεχωριστό της design έχει πάρει και μια επιβεβαίωση λειτουργίας της σπορ πλευράς του χαρακτήρα της, που την ανεβάζει ακόμη περισσότερο στα μάτια και την υπόληψη όσων την είδαν να στρίβει στις καμπές της Εμίλια-Ρομάνια.

Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι η Diavel V4 μπορεί να κινηθεί σε υψηλούς ρυθμούς που πλησιάζουν τις σούπερσπορ μοτοσυκλέτες και να προσφέρει απίστευτη οδηγική ευχαρίστηση σε δρόμους με στροφές. Μπορεί να κινηθεί και ως δυναμικός “μαχητής της πόλης” (streetfighter), δίνοντάς σου και μέσα στους αστικούς δρόμους την ωραία αίσθηση του σπορ DNA που έχει μέσα της, ενώ αν το θελήσει κάποιος να κάνει μια ήσυχη και ήρεμη βόλτα απολαμβάνοντας το γουργούρισμα των τεσσάρων κυλίνδρων, μπορεί να το κάνει με περισσή άνεση. Τα φρένα είναι υπεράνω κριτικής και το όλο σύνολο έχει απίστευτη απόδοση σε κάθε κατάσταση. Μια μοτοσυκλέτα που την ερωτεύεσαι από την πρώτη ματιά και όσο τη γνωρίζεις καλύτερα καταλαβαίνεις ότι έχει και την εσωτερική δύναμη και ομορφιά που υπόσχεται η εξωτερική της εμφάνιση. Στο τέλος της δοκιμής ψάχνεις για 31,000€, που είναι μια λογική τιμή για ό,τι προσφέρει.

Κύρια τεχνικά χαρακτηριστικά V4 Granturismo

•        1158 κ.εκ. 4-κύλινδρος 90° V κινητήρας
•        Διάμετρος x διαδρομή 83 x 53.5 χιλ.
•        Σχέση συμπίεσης 14: 1
•        Μέγιστη ισχύς 168 ίπποι (125 kW) στις 10,750 σ.α.λ.
•        Μέγιστη ροπή 126 Nm (12.8 Kgm) στις 7,500 σ.α.λ.
•        Euro 5
•        Κίνηση εκκεντροφόρων με καδένα – χρονισμός με διπλό εκκεντροφόρο, 4 βαλβίδες ανά κύλινδρο
•        Αντίστροφα περιστρεφόμενος στροφαλοφόρος άξονας με offset στις 70°
•        Υγρός πολύδισκος συμπλέκτης ελεγχόμενης ολίσθησης
•        Λίπανση ημι-ξηρού κάρτερ με τρεις αντλίες λαδιού: 1 παράδοση και 2 επιστροφές
•        Τροφοδοσία με τέσσερα οβάλ σώματα ψεκασμού (ισοδύναμο διαμέτρου 46 χιλ.)
•        6-τάχυτο κιβώτιο με σύστημα Ducati Quick Shift (DQS) Up & Down
•        Διάστημα ρύθμισης βαλβίδων 60,000 χλμ.

ΒΑΡΟΣ (ΣΤΕΓΝΗ): 211 Κιλά
ΥΨΟΣ ΣΕΛΑΣ: 790 χιλ.
ΒΑΣΙΚΟΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ: Λειτουργίες οδήγησης, λειτουργίες ισχύος, ABS στροφών (ABS Cornering), Ducati Traction Control (Έλεγχος πρόσφυσης Ducati), Ducati Wheelie Control (έλεγχος τροχών Ducati), Φώτα ημέρας, Ducati φώτα φώτα φρένων.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ (ΧΛΜ./ΜΗΝΕΣ): 15,000 km / 24 μήνες

Κοντά στην πίστα του Mugello

Λίγο πριν το Passo della Futa

Με τον Giuseppe Piazzolla στο εργοστάσιο της Ducati

 

 

 

 

 

 

Επόμενο άρθρο »

Η νέα QJMOTOR SRT 700 SX

« Προηγούμενο άρθρο

Οδηγούμε το εντελώς νέο SYM ADXTG 400

Χορηγοί
Σχετικά άρθρα
Δημοσκόπηση
O MARTIN ΕΙΜΑΙ Ο ΣΙΓΟΥΡΟΣ ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΗΣ 2024;
  • ΝΑΙ, Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΩΝ 24 β. ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΙ ΔΥΣΚΟΛΟ ΝΑ ΚΑΛΥΦΘΕΙ
  • ΟΧΙ, ΣΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΟΛΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΥΜΒΟΥΝ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΠΕΣΙΜΟ ΤΗΣ ΚΑΡΟ ΣΗΜΑΙΑΣ ΤΟΥ ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟΥ