• Search
    • Search
    • Βρες ότι χρειάζεσαι γρήγορα και απλά.
4ος Αγώνας - Ισπανία (Jerez)
Ο αγώνας βρίσκεται σε εξέλιξη!
Image
ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΗΝ ΙΣΠΑΝΙΑ (ALMERIA) - DUCATI 848
Λευκό, μικρό και άριστο

Οδηγεί ο Δημήτρης Διατσίδης

Τεστ-Μοντέλα 17/07/2008 - 17:08

Μια από τις δυσκολότερες και πιο απαιτητικές πίστες διάλεξε η Ducati για να παρουσιάσει τη νέα της Supersport, την 848, μια μοτοσυκλέτα που θα βάλει στο παιχνίδι της γρήγορης οδήγησης όλους όσους θελήσουν να μπουν στο μαγικό κόσμο των μεγάλων κλίσεων στις στροφές καθώς τα γόνατά τους σέρνονται στην άσφαλτο.

Η Almeria είναι μια περιοχή που σπάνια βρέχει και φημίζεται για τον ήλιο της, γεγονός που είναι ιδιαίτερα χρήσιμο για παρουσιάσεις μοτοσυκλετών, ακόμη και τέλη Νοεμβρίου. Η ομώνυμη πίστα έχει σχετικά παλιές εγκαταστάσεις (χωρίς να λείπει τίποτε), αλλά διαθέτει μια θαυμάσια διαδρομή με πολλές, πάρα πολλές στροφές κάθε είδους: ανηφορικές, κατηφορικές και μια από αυτές χωρίς ορατότητα για το τι υπάρχει πέρα την κορυφή της. Μάλιστα από πέρυσι στην πίστα της Almeria έχει στρωθεί νέα άσφαλτος με υψηλό επίπεδο πρόσφυσης στην οποία δουλεύουν σωστά ακόμη και σκληρά ελαστικά δρόμου.

Αυτό το σκηνικό επιλέχτηκε από τους Ιταλούς του εργοστασίου της Μπολώνια για την παγκόσμια δημοσιογραφική παρουσίαση της 848, της μικρότερης supersport της Ducati. Η 848 αντικαθιστά την 749 με τον καλύτερο τρόπο μιας και είναι κατά 20 κιλά ελαφρύτερη και 26 άλογα δυνατότερη, στοιχεία που κάνουν τους υπεύθυνους της εταιρίας και όχι μόνον, να χαμογελούν από ικανοποίηση. Με 134 ίππους πρόθυμους να κινήσουν τα 168 κιλά της, η 848 φαντάζει ιδανική μοτοσυκλέτα για track days, αλλά και για καθημερινή χρήση, χωρίς την υπερβολική δύναμη και την απότομη, ακραία σπορ, συμπεριφορά της μεγαλύτερης superbike των Ιταλών Παγκόσμιων Πρωταθλητών, δηλαδή της 1098.

Μια μικρότερη 1098;
Ας ξεκινήσουμε όμως από την αρχική ιδέα για τη δημιουργία της 848: πρόκειται για τη μικρότερη αδελφή της φανταστικής 1098 που σαρώνει στις πωλήσεις σε όλον τον κόσμο. Από την άλλη όμως δεν είναι μικρογραφία της, αλλά μια συγγενής που πέρα από την εξωτερική ομοιότητα έχει διαφορετική φιλοσοφία ύπαρξης. Δεν θέλει να είναι μια φθηνότερη και πιο αδύναμη 1098, αλλά μια μοτοσυκλέτα που θα κερδίσει το κοινό της ανάμεσα σε αυτούς που θέλουν να ξεκινήσουν τα πρώτα τους βήματα στην σπορ οδήγηση.
Για παράδειγμα αυτούς που από μια street γυμνή ή μια όχι τόσο «πολεμική» μοτοσυκλέτα, θέλησαν να περάσουν στον κόσμο των supersport, γοητευμένοι από την οδήγηση στην πίστα μετά από κάποιο track day, όπου ανακάλυψαν έναν νέο και υπέροχο τρόπο διασκέδασης.
Για αυτούς τα 164 ή τα 180 άλογα είναι υπερβολικά και πολλές φορές άχρηστα, όπως και για άλλους που προτιμούν να χρησιμοποιούν ιπποδυνάμεις που δεν φοβίζουν, που δίνουν περιθώρια να διορθώσουν τα λάθη τους, για αναβάτες που θέλουν φιλικότητα μέσα στην πίστα αλλά και την κίνηση στην πόλη ή το ταξίδι.
Ίσως με παραπάνω να δίνεται η εντύπωση πως αυτή η μοτοσυκλέτα δεν απευθύνεται σε «καθαρόαιμους» αναβάτες supersport, ειδικά σε αυτούς που θεωρούν τους εαυτούς τους «επίπεδο παγκοσμίου», αλλά αγνοούν τι σημαίνει επιδόσεις στις στροφές και κράτημα και αρκούνται με ευθείες και επιτάχυνση. Αυτοί λοιπόν μπορούν εύκολα να σταματήσουν το διάβασμα αυτού του άρθρου ή εν τέλει ας κάνουν μια παραχώρηση και ας διαβάσουν καμιά-δυο αράδες ακόμα, για πάρουν μια ιδέα του σκεπτικού των «πτωχών» μηχανολόγων της ιταλικής φίρμας, ειδικά σε ένα μοντέλο που απευθύνεται σε κοινούς θνητούς.

Τα αδελφάκια Ήδη από το 2007 η 1098 έκαψε καρδιές με την ομορφιά της. Απίθανο σχήμα, επιθετικό, με το ιταλικό design στα καλύτερά του, που δεν περνά πουθενά απαρατήρητο. Έτσι λοιπόν η 848 διατηρεί το σχήμα αυτό, γίνεται λευκή – σαν αθώα παιδούλα – ενώ για να μην ξεχνά τις ρίζες της η Ducati φροντίζει να διαθέτει και μια έκδοση σε κόκκινο χρώμα που μπορεί να μπερδέψει με την μεγαλύτερη, αλλά είναι τελικά απαραίτητο για τους εραστές της ιταλικής φίρμας. Το λευκό-πέρλα με το κάτω μέρος του φέρινγκ να είναι βαμμένο μαύρο εντυπωσιάζει από την πρώτη κιόλας ματιά και παράλληλα γίνεται άμεσα αποδεκτό με ενθουσιασμό.
Οι διαφορές οπτικά είναι στις λεπτομέρειες, όπως οι αναρτήσεις και τα φρένα.
Μπροστά λοιπόν έχουμε ένα πλήρως ρυθμιζόμενο πιρούνι της Showa με διάμετρο 43 χιλιοστών και πίσω ένα πλήρως ρυθμιζόμενο αμορτισέρ της ίδιας εταιρίας.
Τα φρένα προέρχονται από την ιταλική Brembo και είναι σε ακτινική (Radial) διάταξη μπροστά, με δαγκάνες απλές – όχι μονομπλόκ όπως η 1098 και αυτό όχι για λόγους κόστους, αλλά για να μην είναι τόσο απότομα και απόλυτα στην απόδοσή τους.
Η διάμετρος των δίσκων είναι ελαφρά μικρότερη στα 320 χιλιοστά από 330 και οι δισκόπλακες είναι πιο λεπτές στα 4.5 από 5 χιλιοστά. Με 10 κιλά χαμηλότερο βάρος, μικρότερη δύναμη και κυρίως με την απόφαση να είναι πιο φιλικό το φρενάρισμα, οι διαστάσεις και οι τεχνικές λύσεις κρίνονται απολύτως ικανοποιητικές.

Στον τομέα του κινητήρα τώρα δεν έχουμε να κάνουμε με συρρίκνωση του κινητήρα του 1098, αλλά μια εξ αρχής, σχεδόν από λευκό χαρτί μελέτη σε όλα τα επίπεδα, επιλογές υλικών και διαστάσεων ώστε να επιτευχθεί τελικά μικρότερο βάρος κατά 5 ολόκληρα κιλά.

Διατηρούνται βασικά χαρακτηριστικά, από τη μία, αλλάζει όμως ακόμη και το πάχος των τοιχωμάτων των κάρτερ, όπου δεν υπάρχουν πολλές στρεβλώσεις, ώστε να εξοικονομηθούν έστω και κάποια γραμμάρια.
Η απόδοση του κινητήρα φτάνει τους 134 ίππους στις 10,000 στροφές, με ροπή 9.8 χιλιογραμμόμετρα στις 8,000. Το πλαίσιο που είναι παραδοσιακά χωροδικτύωμα βρίσκουμε σωλήνες από χρωμιομολυβδαινιούχου χάλυβα στο μπροστινό μέρος με τη φιλοσοφία κατασκευής να μένει ίδια με τη 1098.
Στις ζάντες έχουμε ίδια μπροστινή και λίγο μικρότερη πίσω (στις 5.5 ίντσες σε σχέση με τις 6 του 1098) με ελαστικό 180/55-17, από το 190/55-17 της μεγάλης αδελφής. Εξοικονόμηση βάρους είναι ο λόγος και εδώ, αλλά και η μικρότερη αδράνεια.

H αλήθεια της πίστας
Η πίστα είναι το κολαστήριο, ο χώρος ανάκρισης, το δωμάτιο της αλήθειας, όπου αναδεικνύονται όλα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των μοτοσυκλετών. Εκεί φανερώνεται ο πραγματικός χαρακτήρας μιας τέτοιας μοτοσυκλέτας. Αυτή τη φορά με σύμμαχο τον ήλιο και τη θερμοκρασία γύρω στους 20ο βαθμούς υποδέχτηκε την 848 η πίστα της Almeria.
Η πρώτη εντύπωση που εισπράττεις έρχεται από την ήρεμη δύναμη της που με τη χαρακτηριστική ροπή του δικύλινδρου κινητήρα κάνουν τη ζωή σου πιο εύκολη, χωρίς να σε φοβίζει σε καμία περίπτωση. Αφού συνηθίσαμε τις ιδιομορφίες της πίστας η 3η ταχύτητα ήταν η επιλογή για το μεγαλύτερο τμήμα της πίστας, από την έξοδο της Κ1, μέχρι την Κ9 – το αργό εσάκι, όπου κατεβάζαμε 2η (ο Ruben Xaus, που ήταν προσκεκλημένος από τη Ducati, περνούσε και εκεί με 3η!).
Σαν αυτόματη λοιπόν έμοιαζε η 848, με τη ροπή της πάντα παρούσα και με το γκάζι να ανοιγοκλείνει αναλόγως πάνω σε ένα κομμάτι πίστας που βρίσκεσαι διαρκώς υπο κλίση. Και η 848 τα κατάφερνε θαυμάσια. Μετά ερχόταν η Κ10 και η Κ11, δύο συνεχόμενες δεξιές και μετά η πίσω ανηφορική μεγάλη ευθεία της πίστας, όπου έφτανες μέχρι την 5η ταχύτητα. Αμέσως μετά έρχονταν τα έντονα φρένα και το κατέβασμα σε 2α για το τελευταίο αργό εσάκι.
Ο κινητήρας στην ανηφόρα έδειχνε την αδυναμία του σε σχέση με την 1098 ή τα χιλιάρια, αλλά παρέμενε ικανοποιητικός και αποτελεσματικός σε σχέση με τα 4κύλινδρα 600αρια, τα οποία θα ανταγωνιστεί στην αγορά και στις πίστες. Βέβαια το γεγονός της περίσσιας ροπής που επιτρέπει τις λιγότερες αλλαγές ταχυτήτων είναι σημαντικό στοιχείo για οικονομία δυνάμεων και κινήσεων του οδηγού, κάτι που με τη σειρά του είναι σημαντικό στην ευχαρίστηση ενός track day ή ενός εξάωρου αγώνα – που στη χώρα μας είναι μια καλή ευκαιρία για να κάνει κάποιος τα πρώτα του αγωνιστικά βήματα.
Στον τομέα των αναρτήσεων ένα πολύ σταθερό μπροστινό σύστημα δίνει τη σιγουριά που χρειάζεται για να μπορέσεις να πετύχεις ολοένα και μεγαλύτερες κλίσεις στην αριστερή παρατεταμένη Κ3 και στη διπλή δεξιά Κ10 - Κ11 μέχρι που βρίσκει η μπότα σου στην άσφαλτο και τα πολύχρωμα κερμπ της Almeria. Το πίσω αμορτισέρ δούλεψε άψογα σε συνδυασμό με το έργο τέχνης μονόμπρατσο ψαλίδι και γενικά το πίσω μέρος της 848 δεν έδειξε να ζορίζεται σε κάποιο σημείο ή να αντιδρά απρόσμενα.
Στα εσάκια η αλλαγή κατεύθυνσης ήθελε αρκετή δύναμη από τον οδηγό και αυτό πιθανά να είναι το τίμημα της σταθερότητας του συνόλου στις ανοικτές στροφές. Ίσως η δύναμη που χρειάζεται να οφείλεται και στο βάρος των 168 κιλών που είναι μεν εξαιρετικό για δικύλινδρο, υστερεί όμως λίγο σε σχέση με τα 4κύλινδρα 600αρια.
Στο τομέα των φρένων η αίσθηση ήταν εξαιρετική και τα φρένα αποτελεσματικά για τις ταχύτητες της μοτοσυκλέτας, με τα απόλυτα της 1098 να παραμένουν σημείο αναφοράς. Όμως όπως είπαμε ήταν επιλογή των ανθρώπων της Ducati να αποδίδουν πιο φιλικά και απευθύνονται σε αυτόν που εισάγεται στον κόσμο της γρήγορης οδήγησης.
Για τους πιο ανήσυχους η Ducati διαθέτει κιτ βελτίωσης με διαφορετικά τελικά εξατμίσεων και διάφορα άλλα εξαρτήματα, όπως φτερά σε carbon, όχι τόσο για την ακόμη μεγαλύτερη μείωση βάρους, αλλά για τη διαφοροποίηση.
Τέλος στο κομμάτι της οδηγικής απόλαυσης δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο το ηλεκτρονικό όργανο, πανομοιότυπο με αυτό της Desmosedici GP7 του Stoner, στο οποίο εκτός από τις στροφές και την ταχύτητα μπορούσαμε να δούμε και τους χρόνους κάθε γύρου, ενεργοποιώντας το χρονόμετρο από τη θέση του μπουτόν του προβολέα.
Με το Ducati Data Analyser (DDA), που περιλαμβάνει PC software και μια κάρτα που συνδέεται με USB στο laptop, μπορούμε να καταγράψουμε και να αναλύσουμε ότι κάνουμε στην πίστα. Τα διαφορετικά κανάλια των δεδομένων μπορούν να μας δείξουν το άνοιγμα του γκαζιού, την ταχύτητα της μοτοσυκλέτας, τις στροφές, τη θερμοκρασία του κινητήρα, την απόσταση που διανύθηκε, τους γύρους και τους χρόνους, ακόμη και την ταχύτητα στο κιβώτιο.
Έτσι η ανάλυση που μπορούμε να κάνουμε στο κομπιούτερ μας φθάνει όσο το δυνατόν πιο κοντά στο επίπεδο της ανάλυσης που κάνει η εργοστασιακή ομάδα της Ducati στα ΜotoGP! Κάτι ιδιαίτερα χρήσιμο για να κατανοήσουμε τα λάθη μας και τα σημεία που χρειαζόμαστε βελτίωση.

Συμπέρασμα: κάνει για την Ελλάδα
Είπαμε πιο πάνω ότι δεν πρόκειται για μια μοτοσυκλέτα που απευθύνεται σε όσους θέλουν να κοκορεύονται ότι πέρασαν στην ευθεία το φίλο τους με 300 χλμ/ώρα, ούτε για αυτούς που θα στηθούν στα φανάρια διψασμένοι για μάχες μέχρι την επόμενη διασταύρωση. Ευτυχώς όμως σιγά-σιγά με τα track days και τις ανάλογες εκδηλώσεις αλλάζει και στη χώρα μας η νοοτροπία και αυτοί που πραγματικά αγαπούν τη σπορ οδήγηση αναζητούν τη μοτοσυκλέτα που θα τους κάνει πιο αποτελεσματικούς στην πίστα. Αν στα παραπάνω προσθέσουμε τη φιλικότητα και την ξεχωριστή προσωπικότητα, έχουμε την περιγραφή της 848, που σίγουρα θα κάψει καρδιές με την ιδιαίτερη παρουσία της.
Η φιλοσοφία και η εμπειρία του ΜotoGP και των Superbike, περνάει ατόφια και στη μικρή Ducati, αναδεικνύοντας ποιοτικές επιδόσεις σε όλους τους τομείς. Και αυτό είναι κάτι που μπορεί να εκτιμήσει κάθε οπαδός της γρήγορης οδήγησης, σε οποιοδήποτε επίπεδο οδηγικών ικανοτήτων κι αν βρίσκεται.

Επόμενο άρθρο »

ΑΠΟΣΤΟΛΗ στο Κατάρ - Οδηγούμε τη HONDA CBR 1000RR

« Προηγούμενο άρθρο

HONDA CBR125R injection

Χορηγοί
Σχετικά άρθρα